Τι ειναι το Γλαυκωμα?
Το γλαύκωμα είναι μια σοβαρή, εξελικτική πάθηση του οπτικού νεύρου και των οπτικών ινών του ματιού, που προσβάλει περίπου το 2% του πληθυσμού και οδηγεί σε μορφολογικές αλλοιώσεις στο οπτικό νεύρο και στο οπτικό πεδίο.
Είναι η δεύτερη κύρια αιτία τύφλωσης παγκοσμίως μετά τον καταρράκτη, και η πρώτη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης στον κόσμο.Στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι πάσχουν 200.000 έως 250.000 άνθρωποι, με τους μίσους από αυτούς να μην το γνωρίζουν.
Το οπτικό νεύρο είναι το «καλώδιο» που μεταφέρει τα οπτικά ερεθίσματα απ’ το μάτι προς τον εγκέφαλο και αποτελείται από μεγάλο αριθμό νευρικών ινών.Κάθε ίνα του οπτικού νεύρου είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά οπτικών ερεθισμάτων από ένα συγκεκριμένο σημείο του οπτικού μας πεδίου, και η πρόκληση βλάβης σε μια δεσμίδα αυτών των ινών οδηγεί σε ελάττωση ή και απώλεια της όρασης στο τμήμα του χώρου που αυτή αντιστοιχεί.
Oι νευρικές ίνες που καταστράφηκαν δυστυχώς δεν αναγεννόνται και το τμήμα του οπτικού μας πεδίου στο οποίο η όραση ελαττώθηκε ή χάθηκε δεν επανέρχεται.
Το βασικό πρόβλημα της συνηθέστερης μορφής γλαυκώματος που λέγεται «χρόνιο απλό γλαύκωμα» είναι η απουσία συμπτωμάτων. Το μάτι δεν πονάει και ούτε είναι εύκολο να «αντιληφθούμε» την έκπτωση του οπτικού μας πεδίου χωρίς τη χρήση ειδικών ιατρικών δοκιμασιών.Με τα υψηλής τεχνολογίας διαγνωστικά μέσα που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας, τα πρώιμα στάδια αυτής της πολύ συχνής μορφής γλαυκώματος μπορούν εύκολα να αναγνωριστούν, και σε συνδυασμό με τις νεότερες φαρμακευτικές αγωγές το εγκατεστημένο γλαύκωμα θα έπρεπε να αποτελεί μια νόσο του παρελθόντος.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Οι ασθενείς δεν είναι ευαισθητοποιημένοι ώστε να προσέρχονται έγκαιρα στον οφθαλμίατρο για έλεγχο, με αποτέλεσμα πάρα πολλές περιπτώσεις γλαυκώματος να μένουν αδιάγνωστες, και εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο να χάνουν άδικα την όρασή τους.
Η έγκαιρη διάγνωση είναι το κλειδί στο να αποφευχθεί η βλάβη στο οπτικό νεύρο και η τύφλωση από το γλαύκωμα. Η πρόληψη δηλαδή του γλαυκώματος είναι εξαιρετικά σημαντική.
Όλοι άνθρωποι άνω των σαράντα ετών και ιδιαίτερα όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος, πρέπει να εξετάζονται μια φορά το χρόνο για γλαύκωμα.
Ποια ειναι τα αιτια:
Υπάρχουν πολλές ετερόκλητες αιτίες που δυνητικά προκαλούν γλαύκωμα. Κοινό σημείων όλων, είναι η αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό του ματιού.
Ένα κάποιο επίπεδο (φυσιολογικής) πίεσης είναι απαραίτητο για το μάτι, ώστε να διατηρεί το σχήμα του και τη λειτουργικότητά του. Η αύξησή της όμως, είτε με απευθείας επίδραση στο οπτικό νεύρο, είτε πιέζοντας τα μικρά αγγεία που το τρέφουν, προκαλεί σε αυτό μη αναστρέψιμες βλάβες με καταστροφικές συνέπειες για την όραση.
Υπεύθυνο για την πίεση του ματιού είναι ένα υγρό που λέγεται υδατοειδές. Το υδατοειδές υγρό βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχούς ανανέωσης. Δηλαδή παράγεται διαρκώς νέο υδατοειδές από το μάτι, αλλά ταυτόχρονα ίδια ποσότητα υδατοειδούς απομακρύνεται με τη βοήθεια ενός αποχετευτικού συστήματος που αποκαλούμε «γωνία». Η γωνία βρίσκεται στην περιφέρεια της ίριδας, του χρωματιστού δηλαδή τμήματος του ματιού και στη συμβολή της με την έσω επιφάνεια του κερατοειδούς.
Αν το αποχετευτικό σύστημα (η γωνία) φραγεί από κάποια αιτία, τότε το παραγόμενο υγρό δεν μπορεί να απομακρυνθεί με αποτέλεσμα τη συσσώρευση του και την αύξηση της πίεσης του ματιού. Ούτως ή άλλως, με την πρόοδο της ηλικίας, η αποχετευτική ικανότητα της γωνίας μειώνεται, και γι’ αυτό σε άτομα άνω των 40 ετών πρέπει υποχρεωτικά να συμπεριλαμβάνεται στον οφθαλμολογικό τους έλεγχο και μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Το γλαύκωμα συνήθως εμφανίζεται μετά τα 40. Πιο συχνά παρουσιάζεται σε άτομα με ιστορικό γλαυκώματος στην οικογένεια. Είναι μια κληρονομική νόσος κατά 20%.
Η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης τις περισσότερες φορές οφείλεται στην παρεμπόδιση της αποχέτευσης του υγρού που παράγεται στο εσωτερικό του ματιού μας, του υδατοειδούς υγρού. Το υδατοειδές υγρό παράγεται και αποχετεύεται συνεχώς. Αν για κάποιο λόγο παρεμποδιστεί η αποχέτευση του, τότε αυξάνεται η ενδοφθάλμια πίεση.
Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες κινδύνου που η ύπαρξή τους προδιαθέτει για την εμφάνιση γλαυκώματος. Τέτοιοι είναι:
- η προχωρημένη ηλικία
- η φυλή
- η μυωπία
- ο σακχαρώδης διαβήτης
- άλλες αγγειακές παθήσεις
- η χρήση κορτιζόνης (τοπική ή συστηματική) για μεγάλο χρονικό διάστημα
Τύποι Γλαυκώματος:
- Χρόνιο γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας (το συχνότερο)
- Γλαύκωμα φυσιολογικής ή χαμηλής πιέσεως
- Γλαύκωμα κλειστής ή στενής γωνίας (οξύ ή χρόνιο)
- Δευτεροπαθές γλαύκωμα (μετά από φλεγμονές, τραύματα, εγχειρήσεις, φάρμακα κ.τ.λ)
- Συγγενές γλαύκωμα (εμφανίζεται στην πρώιμη παιδική ηλικία)
1. Χρόνιο απλό γλαύκωμα
Είναι η συνηθέστερη και πιο ύπουλη μορφή γλαυκώματος. Συχνά αναφέρεται ως ο «σιωπηλός κλέφτης της όρασης» ώστε να τονιστεί η απουσία πόνου ή άλλων συμπτωμάτων από τον ασθενή. Σ’ αυτό το τύπο γλαυκώματος η «γωνία» (η αποχέτευση δηλαδή του ματιού για το υδατοειδές υγρό) παραμένει ανοιχτή (γλαύκωμα ανοικτής γωνίας), αλλά χάνει βαθμιαία τη λειτουργικότητά της. Έτσι με την πάροδο των ετών και την πρόοδο της ηλικίας αυξάνει η ενδοφθάλμια πίεση και μαζί της ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης του οπτικού νεύρου.
2. Γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης
Μερικοί άνθρωποι έχουν πιο ευαίσθητο στην πίεση οπτικό νεύρο με συνέπεια τιμές ενδοφθάλμιας πίεσης που θεωρούνται γενικά «φυσιολογικές» να είναι ικανές να προκαλέσουν ζημιά στην όραση. Σε αυτές τις περιπτώσεις βοηθούν σημαντικά οι νέες τεχνολογίες απεικόνισης των ινών του οπτικού νεύρου που μπορούν να αναγνωρίσουν εύκολα και τις πιο μικρές αλλοιώσεις, προλαβαίνοντας έτσι τις δυσάρεστες συνέπειες πριν να είναι αργά.
3. Οξύ γλαύκωμα:
Σε ορισμένα άτομα η ίριδα (το χρωματιστό τμήμα του ματιού) βρίσκεται πολύ κοντά στην γωνία/αποχέτευση του ματιού, με αποτέλεσμα να την στενεύει και να μειώνει τη λειτουργικότητά της. Τέτοια άτομα έχουν συχνά μικρά σε μέγεθος μάτια και είναι υπερμετρωπικά.
Κάτω από ορισμένες συνθήκες (όπως π.χ. στο σκοτάδι ή στο ημίφως) η ίριδα είναι δυνατόν να μετακινηθεί ακόμα πιο μπροστά και να οδηγήσει σε πλήρη απόφραξη της γωνίας και απότομη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα έντονα και περιλαμβάνουν εντονότατο πόνο στο πάσχον μάτι, θόλωση της όρασης και χρωματιστούς κύκλους σαν ουράνια τόξα γύρω από τα φώτα, ενώ μπορεί να συνυπάρχουν πονοκέφαλος, ναυτία ή και εμετός.
Το οξύ γλαύκωμα είναι μια επείγουσα κατάσταση και αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα από ειδικό οφθαλμίατρο, μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε τύφλωση μέσα σε διάστημα λίγων ωρών.
4. Γλαύκωμα από τη χρήση κορτικοστεροειδών:
Η χρήση κορτιζονούχων φαρμάκων σε οποιαδήποτε μορφή (κρέμες για το δέρμα, κολλύρια, εισπνοές, ενέσεις κλπ) μπορεί μέσα σε λίγες μέρες ή εβδομάδες να ανεβάσει την πίεση του ματιού λόγω της απευθείας δράσης που έχουν αυτά τα φάρμακα στο αποχετευτικό σύστημα του ματιού. Με τη διακοπή των φαρμάκων η ενδοφθάλμια πίεση επανέρχεται στα προ της χορήγησης τους επίπεδα, αν και σε μακροχρόνια χρήση μπορεί να παραμείνει ανεβασμένη ακόμα και για μήνες από τη διακοπή τους.
5. Το συγγενές γλαύκωμα:
Το συγγενές γλαύκωμα αποτελεί μια ιδιαίτερη ομάδα γλαυκωμάτων που εκδηλώνεται συνήθως στα 3 πρώτα χρόνια της ζωής και συμβαίνει σε 1:10000 γεννήσεις. Επειδή το μάτι σ’ αυτή την ηλικία είναι ακόμα ευένδοτο, η αυξημένη πίεση προκαλεί διόγκωση του βολβού με αποτέλεσμα μια κλινική εμφάνιση που λέγεται «βούφθαλμος» επειδή το μάτι μεγαλώνει και προσομοιάζει «μάτι βοός». Επιπλέον το παιδί είναι ανήσυχο, έχει δακρύρροια, φωτοφοβία και κλείνει ή και τρίβει τα μάτια του. Όλα αυτά τα συμπτώματα πρέπει να θορυβήσουν τους γονείς ώστε να σπεύσουν αμέσως στον οφθαλμίατρο για περαιτέρω έλεγχο.
Άλλες μορφές γλαυκώματος:
Όπως προαναφέρθηκε το γλαύκωμα προκαλείται από πολλές ετερόκλιτες αιτίες και με ποικίλους μηχανισμούς.
Κάποια σύνδρομα αρκετά συχνά στο γενικό πληθυσμό, όπως το σύνδρομο ψευδοαποφολίδωσης και το σύνδρομο διασποράς χρωστικής, έχουν σαν αποτέλεσμα την εναπόθεση σωματιδίων στη γωνία (την αποχέτευση του ματιού) βουλώνοντάς την όπως π.χ. μπορεί να βουλώσει από ξένα σώματα ένας νεροχύτης. Έτσι περιορίζεται το ποσό του υδατοειδούς υγρού που αυτή μπορεί να αποβάλλει στη μονάδα του χρόνου, οδηγώντας και πάλι στη συσσώρευσή του και σε αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Ο φακός του ματιού (που βρίσκεται πίσω απ’ την ίριδα) μπορεί να είναι επίσης υπεύθυνος για την απόφραξη της γωνίας/αποχέτευσης με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα στο λεγόμενο «φακολυτικό» γλαύκωμα, η απελευθέρωση «υλικού» από έναν φακό με υπερώριμο καταρράκτη μπορεί να φράξει τη γωνία, προκαλώντας επώδυνη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Διάφορες αιτίες ισχαιμίας, όπως ο διαβήτης, η στένωση των καρωτίδων κ.α., προάγουν τον σχηματισμό μιας μεμβράνης από παθολογικά αγγεία που λέγεται «νεοαγγειακή μεμβράνη». Με την πρόοδο της νόσου αυτή η μεμβράνη μεγαλώνει και συσπάται, έλκοντας την ίριδα προς τα μπροστά, αποφράσσοντας τη γωνία.
Γλαύκωμα επίσης μπορεί να προκληθεί με διάφορους μηχανισμούς από οφθαλμικούς όγκους, τραύματα, χειρουργικές επεμβάσεις κ.α.
Ποια ειναι τα συμπτωματα:
Στα πρώτα στάδια γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας, ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα. Με την εξέλιξη όμως της νόσου και όσο η καταστροφή του οπτικού νεύρου συνεχίζεται, εμφανίζονται σκοτώματα στο περιφερικό οπτικό πεδίο του ασθενή. Αυτά τα σκοτώματα δεν γίνονται εύκολα αντιληπτά μέχρι η βλάβη του οπτικού νεύρου να γίνει αρκετά σοβαρή ή μέχρι να διαγνωστούν από τον οφθαλμίατρο κατά την διάρκεια ενός πλήρους οφθαλμολογικού ελέγχου.
Παρομοίως, τα άτομα με αυξημένες πιθανότητες για ανάπτυξη κρίσεως οξέος γλαυκώματος (γλαύκωμα κλειστής γωνίας) δεν έχουν συμπτώματα μέχρι την στιγμή της κρίσης, όπου η ενδοφθάλμια πίεση φτάνει σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Τα συμπτώματα της κρίσεως οξέος γλαυκώματος είναι τα εξής:
- Έντονος πόνος του ματιού
- Eρυθρότητα
- Mειωμένη όραση
- Έγχρωμα φωτοστέφανα γύρω από τις φωτεινές πηγές
- Πονοκέφαλος
- Ναυτία και έμετος
Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι οι ασθενείς με γλαύκωμα χαμηλής πίεσης συνήθως έχουν φυσιολογικές τιμές ενδοφθάλμιας πίεσης (≤ 22 mmHg), αλλά εμφανίζουν σημεία γλαυκωματικής βλάβης.


Διαγνωστικες εξετασεισ
Η συχνή εξέταση των ματιών σας από έναν οφθαλμίατρο αποτελεί τον καλύτερο τρόπο ανίχνευσης του γλαυκώματος. Η επιστημονική – ιατρική ομάδα του Οφθαλμολογικού Κέντρου Περιστερίου Provision έχει ειδικευτεί στη διάγνωση και θεραπεία του γλαυκώματος.
Η εποχή που η διάγνωση του γλαυκώματος βασιζόταν μόνο στην μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης έχει παρέλθει. Η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση είναι αναμφίβολα ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να γίνει η διάγνωση και αυτό διότι θα πρέπει να υπάρχουν οπωσδήποτε βλάβες του οπτικού νεύρου και των οπτικών ινών για να είναι σίγουρη η διάγνωση του γλαυκώματος.Αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (>21mmHg) δεν σημαίνει από μόνη της γλαύκωμα, όπως χαμηλή ενδοφθάλμια πίεση (<21mmHg) δεν αποκλείει το γλαύκωμα (γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης).Εφόσον βρεθεί αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση αλλά δεν υπάρχουν βλάβες στο οπτικό νεύρο, στις οπτικές ίνες και στο οπτικό πεδίο τότε μιλάμε για οφθαλμική υπερτονία και όχι για γλαύκωμα. Είναι μια κατάσταση η οποία δεν απαιτεί θεραπεία αλλά στενή παρακολούθηση. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι μόνο ένας στους επτά ασθενείς με οφθαλμική υπερτονία εμφανίζει γλαύκωμα. Όταν η ενδοφθάλμια πίεση είναι μεγαλύτερη του 27-28, τότε οι πιθανότητες να εμφανιστεί γλαύκωμα είναι πάρα πολύ μεγάλες και η διάγνωση είναι σχεδόν σίγουρη, ανεξάρτητα από τα παθολογικά ευρήματα. Η διάγνωση του γλαυκώματος γίνεται με την αξιολόγηση του ιστορικού του ατόμου σε συνδυασμό με τις εξής οφθαλμολογικές εξετάσεις:
- Τονομέτρηση
- Γωνιοσκοπία
- Αξιολόγηση του οπτικού νεύρου και των νευρικών ινών
- Έλεγχος οπτικών πεδίων
- Παχυμετρία κερατοειδούς
1. Τονομέτρηση:
Το ερώτημα αν η πίεση που μετράται κάθε φορά είναι η πραγματική ή όχι, απασχολεί πάντα τον οφθαλμίατρο για αυτό το λόγο στο οφθαλμολογικ;o κέντρο ρrovision οι έμπειροι οφθαλμίατροι για την διάγνωση του γλαυκώματος, πέρα από το κλασσικό τονόμετρο επιπέδωσης Goldmann, χρησιμοποιούν το προηγμένης τεχνολογίας ψηφιακό τονόμετρο Pascal (Ziemer).
Το τονόμετρο αυτό μπορεί να μας δώσει την πραγματική ενδοφθάλμια πίεση ελαχιστοποιώντας την επίδραση παραγόντων που ποικίλουν από εξεταζόμενο σε εξεταζόμενο (πάχος κερατοειδούς αντίσταση κερατοειδούς, υποκειμενική εκτίμηση του οφθαλμιάτρου) και βοηθούν σημαντικά στη διάγνωση του γλαυκώματος.
2. Γωνιοσκοπία:
Κατά την γωνιοσκοπία γίνεται έλεγχος της <γωνίας>, δηλαδή του σημείου που αποχετεύεται το υδατοειδές υγρό από το μάτι. Ο οφθαλμίατρος χρησιμοποιεί έναν ειδικό φακό σαν καθρέπτη ο οποίος εφάπτεται στον κερατοειδή για να εξετάσει την γωνία και να καθορίσει τον τύπο του γλαυκώματος του ασθενή.
3. Αξιολόγηση του οπτικού νεύρου και των νευρικών ινών:
Η εξέταση του οπτικού νεύρου για τη διάγνωση του γλαυκώματος γίνεται από τον οφθαλμίατρο με το οφθαλμοσκόπιο. Με το όργανο αυτό ελέγχουμε το μέγεθος της κοίλανσης του οπτικού νεύρου. Κοίλανση μεγαλύτερη του φυσιολογικού ή διαφορετικού μεγέθους κοίλανση ανάμεσα στα δύο μάτια ενός εξεταζόμενου μπορεί να οδηγήσει στη διάγνωση του γλαυκώματος.
Η αντικειμενική και ποσοτική καταγραφή της βλάβης του οπτικού νεύρου επιτυγχάνεται με τους αναλυτές του οπτικού νεύρου και της στιβάδας των νευρικών ινών (LST GDx OCT). Με αυτούς γίνεται τοπογραφική ανάλυση της οπτικής θηλής και μέτρηση του πάχους των οπτικών ινών.
Στο Οφθαλμολογικό Κέντρο Περιστερίου Provision διαθέτουμε το OCT τελευταίας γενιάς (Spectral OCT/SLO-OTI) με ανάλυση της τάξης των 6μm, μεγάλη ταχύτητα επεξεργασίας και δυνατότητα τρισδιάστατης απεικόνισης του οπτικού νεύρου και του πάχους της στιβάδας των οπτικών ινών .
Υπάρχει επίσης η δυνατότητα μέτρησης του αριθμού των γαγγλιακών κυττάρων στη περιοχή της ωχράς κηλίδας. Οι απολήξεις των κυττάρων αυτών σχηματίζουν το οπτικό νεύρο. Η καταγραφή αυτών των παραμέτρων συμβάλλει στην πρώιμη διάγνωση του γλαυκώματος, καθώς όπως είναι γενικά αποδεκτό οι δομικές αλλαγές προηγούνται των λειτουργικών στο γλαύκωμα.
4. Έλεγχος οπτικών πεδίων (Περιμετρία):
Με την εξέταση των οπτικών πεδίων καταγράφουμε το ποσοστό των νευρικών ινών που έχουν καταστραφεί από το γλαύκωμα. Βασίζεται στην ικανότητα του εξεταζόμενου να αναγνωρίζει το φως σε κάθε περιοχή του αμφιβληστροειδή χιτώνα. H μελέτη του οπτικού πεδίου στο ρrovision, γίνεται με τo σύγχρονο αυτόματο περίμετρο Humphrey 740.
Η εξέταση αυτή είναι απαραίτητη και πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα προκειμένου να διαπιστώνονται οι μεταβολές στο πεδίο της όρασης και να παρακολουθούνται οι πιθανές επιδεινώσεις (σκοτώματα).


αντιμετωπηση
Το γλαύκωμα είναι μια πάθηση η οποία δεν θεραπεύεται αλλά ρυθμίζεται. Αυτό σημαίνει ότι από τη θεραπεία περιμένουμε την αναστολή ή επιβράδυνση της εξέλιξης και όχι βελτίωση της βλάβης.
Κατά κανόνα, η βλάβη που προκαλείται από το γλαύκωμα είναι μη αναστρέψιμη. Οφθαλμικές σταγόνες, χάπια, και λέιζερ ή χειρουργικές επεμβάσεις χρησιμοποιούνται για την πρόληψη ή την καθυστέρηση περαιτέρω γλαυκωματικής βλάβης.
Με κάθε τύπο γλαυκώματος, οι περιοδικές εξετάσεις είναι πολύ σημαντικές για την αποφυγή της απώλειας της οράσεως. Επειδή το γλαύκωμα μπορεί να χειροτερέψει χωρίς να το συνειδητοποιήσετε, η θεραπεία σας μπορεί να χρειαστεί να αλλάξει με το πέρασμα του χρόνου.
1
Φαρμακευτική θεραπεία (αντιγλαυκωματικά κολλύρια):
Αποτελεί την πιο συχνά εφαρμοζόμενη θεραπεία στο γλαύκωμα. Κάποια φάρμακα στοχεύουν στη μείωση της παραγωγής του υδατοειδούς υγρού και άλλα στην αύξηση της αποχέτευσης.Τα φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε σαν μονοθεραπεία είτε σαν συνδυασμένη θεραπεία.
2
Θεραπεία με Laser:
Με το laser γλαυκώματος στοχεύουμε είτε στην αύξηση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού (laser τραμπεκουλοπλαστική) όπως συμβαίνει στο γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας, είτε στη διευκόλυνση της ροής του υδατοειδούς υγρού δημιουργώντας ένα περιφερικό «άνοιγμα» στην ίριδα (YAG-laser ιριδοτομή) όπως συμβαίνει στο γλαύκωμα στενής γωνίας.
3
Χειρουργική θεραπεία:
Η χειρουργική γλαυκώματος χρησιμοποιείται συνήθως όταν η συντηρητική θεραπεία αδυνατεί να ελέγξει το γλαύκωμα. Υπάρχουν πολλών ειδών χειρουργικές θεραπείες για το γλαύκωμα, όλες όμως στοχεύουν στη βελτίωση της αποχέτευσης δημιουργώντας ένα νέο αποχετευτικό σύστημα. Η ιατρική μας ομάδα θα σας προτείνει την καταλληλότερη και ασφαλέστερη επέμβαση για σας. Οι πιο συχνές εγχειρήσεις για το γλαύκωμα είναι η τραμπεκουλεκτομή, η εν τω βάθει σκληρεκτομή και η ένθεση βαλβίδων (Ahmed, Baerveldt).
Ποιος είναι ο ρόλος του ασθενή στη θεραπεία;
Η θεραπεία του γλαυκώματος απαιτεί «ομαδική» συνεργασία μεταξύ εσάς και του ιατρού σας. Ο ιατρός μπορεί να συνταγογραφήσει τη θεραπεία του γλαυκώματος, αλλά μόνο εσείς θα εξασφαλίσετε την τακτική λήψη των σταγόνων ή των χαπιών. Ποτέ μη σταματήσετε ή αλλάξετε τα φάρμακα εάν δεν συμβουλευθείτε πρώτα τον οφθαλμίατρό σας.
Οι συχνές εξετάσεις του ματιού και οι δοκιμασίες είναι κρίσιμες για την παρακολούθηση κάθε αλλαγής στα μάτια σας.
Θυμηθείτε, ότι πρόκειται για την όρασή σας και θα πρέπει να παίξετε σωστά το ρόλο σας στη διατήρησή της.